" συν και κίνηση "



Τρελ τρελ

φεύγει το τετράγωνο ταβάνι
με την τρεμάμενη λάμπα του
ψηλά μικραίνει
κι αφήνει με στο πέλαγος των άστρων
να γεμίζει ξεσκέπαστη ζωή
μέχρις επάνω χείλη με χείλη κι όλα
ζεστά στην προστασία του αγνώστου
είν` ωραία η συντροφιά του
αστραπούλες ευχάριστες εκπλήξεις
χαμόγελα σχεδόν αδικαιολόγητα
ιπτάμενα ευ 
 
μην ξυπνάς
μη θυμάσαι

                     

    Στη φυγή της επιστροφής

    Φεύγω ολόσωστα μπροστά
    με το σκοτεινό μου άλογο
    αφού δε γνέφει σβηστή φωτιά
    κάτι που τρέχει αντίθετα με τον καπνό
    ας απομακρύνει τη στάχτη
     
    στάχτη το αθίγγανο στόμα
    δαφνόφυλλο η χαρά
    άρχισε κιόλας να καίει ανάσκελα
    κλοτσώντας οξυγόνο φυγής
    κι ατμίζει η περιοχή κλειστά σύνορα

    μη μου άπτου εκείνο το ποτέ  
    στην υποχρέωσή του σκοντάφτω
      ο μαύρος κύκνος αργεί
    της εμμονής το αδηφάγο περισκόπιο
    απ` το βυθό να φέρει
    φωτεινά πορτοκάλια πάνω στο τραπέζι

    σκοτεινό σκοτεινό μου άλογο
    με την ασταθή σου ράχη
    επιστρέφεις με στο μακριά τού εγγύς
    με του προσκυνητή τη χαίτη χαμηλά
    σε μάταιους ελιγμούς ως
    η αδιέξοδη υποφορά μόνο γνωρίζει

    Σωκράτης Ξένος

                       

      σβησμένο κόκκινο




      Αν δεις ποτέ καρδιά κλειστή
      την πόρτα χτύπα
      κανείς δε θα σου ανοίξει
      εγώ στο είπα
      μην ψάξεις για κλειδί
      όποιος πληγώθηκε κλειδώνει από μέσα
      τον ουρανό να κρύψει
      κι αρνιέται πια να μοιραστεί
      του πόνου τη χλιδή

      σε μαύρους κύκλους ξενυχτά
      με δάκρυα ποτίζει και όνειρα μεσάνυχτα
      τους μαραμένους κήπους
      της μνήμης του σκαλίζει τη φωτιά
      με συντροφιά
      της λησμονιάς τους λυπημένους χτύπους

      Έρωτα φλόγα αθάνατη
      που κρυφοκαίς σε μήκη και σε ύψη
      σκίρτημα της νυχτιάς
      τι κρίμα
      πίσω απ' το κόκκινο το χρώμα της φωτιάς
      να σιγοκλαίς τη θλίψη
      σα φύλλο της νοτιάς


      © Σωκράτης Ξένος

        Σωκράτης Ξένος - Οι λεξιλήπτες

        Ήρθαν οι φίλοι μου οι Ποιητές
        ήρθαν απ’ το νωρίς του ονείρου
        με εισιτήρια ανεμώνια βλέμματα
        με τα στυπόχαρτα του νου
        και σφράγισαν τον όμβριο μήνα
        Ήρθαν οι φίλοι μου
        στις ανοιχτές συστάδες του βοριά
        το μεγαλόμματο φθινόπωρο της Παναγιάς
        κι ο άλλος Ιησούς
        των ανιόντων δαιμονίων ο πρωτεύων
         
        χαμογελά με ακρίβεια ειλικρίνειας ο ξένος
        κατακρύβοντας πίσω από την παλάμη του
        λίγο βρεγμένο μάτι
        24.10.2008

                           

          “Λυπημένοι ως είθισται”


          Σάμπως και ξέρω να κλιθώ...

          Φοίτησα δεύτερο πρόσωπο σε αντωνυμίες κτητικές
          κακώς
          θα μπορούσα με ένα δίπλωμα έρμαιων καταστάσεων
          να είχα τώρα την διασφάλιση του εν τάξει

          μα σάμπως και ξέρω να μετρώ
          τρία δύο ένα χτες…να ’σου το λάθος

          α, άλλη φορά δεν πίνω βράδυ μέμνησο
          κι ούτε πλέον θα περιηγούμαι στάχτες μυρτιές
          να με αποσύρει στα μετόπισθεν της ίασης
          με το φορείο των σεντονιών η αγρύπνια

          αν πάλι δεν έχω τίποτα να κάμω
          θ’ αρχίσω να μιλάω ως είθισται για τον καιρό
          οπότε θα καταλήξω στου παραμύθου την αρχή
          πρόφερα κάποτε με διάθεση αναμμένου τζακιού
          «Μια φορά κι έναν καιρό…»
          και βρέθηκα σε μιαν  τεράστια αίθουσα αναμονής
          γεμάτη λυπημένους επιβάτες
          και ω του θαύματος

          αναχωρούσαν από κει για το παλιό χαμόγελο
          ιπτάμενες σχεδίες των θεών από φλοιό κανέλας

                             



            O δίσκος "Σημύδες-σουίτα για κιθάρα" κουβαλάει μια μικρή και, γιατί όχι, παραμυθένια ιστορία.
            Ένα βράδυ αρχές του Απριλίου 2007 περιδιαβαίνοντας τα λογοτεχνικά ιστολόγια - τα κατά κόσμο μπλογκς - βρέθηκα σε ένα τόπο που έφερε τον τίτλο "Σημύδες". Ένας ποιητής διαφορετικός από όσους είχα δει μέχρι τότε στους ιστότοπους, μια μεγάλη δεξαμενή της ελληνικής γλώσσας, μια αστείρευτη πηγή νεολογισμών και γλωσσικών εφευρημάτων. Ο Σωκράτης Ξένος έγραφε στίχους με την ίδια ευχέρεια που ο Μότσαρτ έγραφε νότες, απαντούσε στα ανοιχτά σχόλια των αναγνωστών με ευγένεια, με υπομονή, χωρίς να φαίνεται πως εντυπωσιάζεται από τις εκδηλώσεις αρκετές φορές λατρείας των φίλων του για την ποίηση του. Ψάχνοντας έμαθα ότι είναι εκπαιδευτικός και ότι ζούσε στο εξωτερικό.
            Μια βραδιά διάβασα ένα στίχο του που αποτυπώθηκε βαθιά μέσα μου:"με την αγάπη λειτουργώ το αδιέξοδο, δε βρίσκω άλλο εξέχον κερί..."
            Τότε ήταν που ήρθε στα αυτιά μου το πρώτο μουσικό θέμα."Μικρό ροδάκινο, στόχε υψηλέ, με τόσα πρόθυμα κλαδιά, πόσο το μέτωπό σου ζήλεψε χώματα" σι-ντο#-ρε-μι-φα#-ρε, από δω άρχισε η κιθάρα να πλημμυρίζει σημύδες.
            "Σε έχει απορροφήσει τόσο η ποίηση..., του έγραψα, καμιά φορά αναρωτιέμαι αν είσαι άνθρωπος, ελαιογραφία ή κομποσκοίνι".

            Το ετοίμασα σε mp3, το φόρτωσα, πάτησα "αποστολή" κι η μουσική έστρεψε προς το Βορρά της Ευρώπης ξεκινώντας για το μακρύ ταξίδι της αντάμωσης με την ακοή του.
            Την επόμενη μέρα ανοίγοντας τον υπολογιστή κοίταξα στην οθόνη με αγωνία. Άραγε τι εντύπωση θα του έκανε; Πετάχτηκα από την καρέκλα, σαν άκουσα τη μουσική και αντίκρισα την ιδιόχειρη παρτιτούρα μου ταπετσαρία στο ιστολόγιο του Ξένου.
            Από την στιγμή εκείνη άρχισαν να γράφονται οι "Σημύδες, σουίτα για κιθάρα", μέσα σε ένα περιβάλλον λυρισμού και ψυχικής έντασης που γεννάει η δημιουργία.

            Κώστας Μπραβάκης.

                               


              Η ποίηση  του Σωκράτη Ξένου
              “Μικρό Ροδάκινο”
              Μικρό ροδάκινο στόχε υψηλέ
              με τόσα πρόθυμα κλαδιά
              πόσο το μέτωπό σου ζήλεψε χώματα
              Πού είναι οι αστραπές τα ποτάμια οι γειώσεις του ήλιου
              ραγδαίες βροχές και διψάς
              μα κανένα θολό νερό δε θα σου πει την αλήθεια
              Έλα
              θα σου δείξω και στων δρόμων τα σώματα
              τάφρους της μνήμης σε στιγμή κόκκινου πανικού
              αρκετά είναι να σκούξει η καρδιά της πρώτης ηλικίας
              μόνο μην πεις πως παιδεύτηκα στην άγνοια λύση
              με σαράντα οφθαλμούς στριφογυρνώ σ’ ένα σεντόνι
              ως μη ελεγχόμενο επεισόδιο
              κι αφού κράτάει κάτι απίκραντο του αγγέλου το βλέμμα
              με την αγάπη λειτουργώ το αδιέξοδο
              δε βρίσκω άλλο εξέχον κερί
              Σωκράτης Ξένος
              (ΣΗΜΥΔΕΣ σελ. 89)

              Είναι χρόνια έξη  που παρακολουθώ τη πορεία ενός ιδιόμορφου κρατιδίου εντός ( αλλά και εν μέρει  εκτός ) της συνομοσπονδίας που σήμερα ονομάζουμε Ελληνική Ποίηση. Ενός κρατιδίου τύποις εξαρτημένου , εν πολλοίς αυτόνομου και άναρχου που λειτουργεί , διαλέγεται , ομφαλοσκοπεί και  αυτοϋπονομεύεται εντός των περιορισμένων ορίων ενός συνομόσπονδου χώρου διαποτισμένου από φιλοδοξίες , μικροσυμφέροντα , τοπικές αντιθέσεις και διαξιφισμούς , έπαρση εν κενώ , ιοβόλους φρύνους μα εν δυνάμει πρίγκηπες . Το συνήθως κοινό ζητούμενο σε αυτό το ιδιότυπο κρατίδιο : η αναγνώριση και το κύρος , το imprimatur επί χάρτου πολλών γραμμαρίων , αφού η δημοσίευση στη κυβερνοχώρα είναι εξασφαλισμένη.
              Για όσους ακόμα δεν κατάλαβαν πρόκειται για αυτό το κρατίδιο που μπορούμε να ορίσουμε χαλαρά ως : Ελληνική Διαδικτυακή Ποίηση [ ΕΔΠ ] . Εδώ  θα πρέπει να επιχειρήσουμε ένα σαφή διαχωρισμό : το κρατίδιο αυτό περιλαμβάνει στους κόλπους του εκείνους / ες που κατέθεσαν τις ποιητικές τους δημιουργίες – απόπειρες απευθείας στο διαδίκτυο , χωρίς προηγουμένως να περάσουν την αμφιλεγόμενη , συχνά ύποπτη , βάσανο του επιμελητού – κριτή ενός εκδοτικού οίκου και το προαναφερόμενο imprimatur est.  Ορισμένοι πάλι απογοητευμένοι για διάφορους λόγους με την επαφή – απόρριψη του επίσημου εκδοτικού και λογοτεχνικού apparatus , κατέφυγαν στη μοναδική διέξοδο που προσέφεραν και προσφέρουν οι διάφοροι ιστότοποι ποιητικού ενδιαφέροντος ή σχετικά  προσωπικά ιστολόγια ( blogs ).
              Δημιουργήθηκε επομένως ένα μικρό σύμπαν , μέσα στο οποίο διάττοντες , δορυφόροι , πλανήτες ( και πλάνητες ) ,  μικροί γίγαντες και μεγάλοι νάνοι αδιακρίτως χρώματος , περαστικοί ή επίμονοι κομήτες , κόμητες και δούκισσες μιας sui generis αριστοκρατίας περιφέρονται , ανταγωνίζονται , διαγκωνίζονται και συνυπάρχουν. Από τη μακρά και επίμονη παρατήρηση καθίσταται φανερό ότι και αυτό το ιδιότυπο κρατίδιο δεν απέφυγε , αντίθετα αναπαρήγαγε στο χώρο του , τα λειτουργικά χαρακτηριστικά και επομένως τη κληρονομική ή εγγενή νοσηρότητα του επίσημου en papel εκδοτικού -ποιητικού μορφώματος , του οποίου ακριβώς την ενδημική πανώλη ερχόταν να καταγγείλει και να θεραπεύσει. Φευ , το εγχείρημα ,  διακηρυγμένο ή υποβόσκον , απεδείχθη μεγαλεπήβολο και για τούτο αδύνατο. Η πανώλις ως άκρως μεταδοτικό νόσημα διέβη  και τα σύνορα της ποιητικής κυβερνοχώρας ακριβώς επειδή το κρατίδιο και η ευρύτερη συνομοσπονδία στην οποία συμμετέχει επικοινωνούν συνεχώς και αδιαλείπτως.
              Υπάρχουν στο διαδίκτυο αρκετοί τόποι αφιερωμένοι στη ποίηση , τους ποιητές , τους λογοτεχνικούς κριτικούς , τις εκδοτικές δραστηριότητες και διάφορες  πρωτοβουλίες , εκδηλώσεις και στα σχετικά περιοδικά ( διαδικτυακά ή έντυπα ) . Αυτοί οι χώροι , μεταξύ των οποίων και αρκετοί πολύ χρήσιμοι και ενδιαφέροντες ( ιδίως οι αρχειακού χαρακτήρα )  ,  δεν αποτελούν παρά μέρος της άνωθεν χαλαρής συνομοσπονδίας . Ο προσεκτικός παρατηρητής μπορεί να διακρίνει τους χώρους εκείνους που ανήκουν στο  ειδικό κρατίδιο της Ελληνικής Διαδικτυακής Ποίησης [ ΕΔΠ ] , όπως αυτό επιχειρήθηκε να οριοθετηθεί παραπάνω. Συγχρόνως δεν θα αγνοήσει τις διαφορές , τις συσχετίσεις , τις εξαρτήσεις και τα στερεότυπα που καθιστούν το υποσύνολο – κρατίδιο μέλος διακριτό , αν και ημίαιμο του ποιητικού εν Ελλάδι γίγνεσθαι.
              Από τη μακρά παρατήρηση αυτού του κρατιδίου , ξεχώρισα εδώ και χρόνια τη παρουσία , τη συμπεριφορά και τη στάση ενός ουσία ευπατρίδη. Ενός ποιητή με όλη τη σημασία της λέξης . Ένα κηπουρό των συναισθημάτων , ένα αναίμακτο χειρούργο των εικόνων , έναν άνθρωπο τόσο ευαίσθητο όσο και ακλόνητο που ταυτίζεται με το ποιητικό του έργο σχεδόν “εικαστικά”.
              Πρόκειται για το Σωκράτη Ξένο ( το επίθετο είναι ψευδώνυμο με επιπλοκές ) που εδώ και χρόνια δημοσιεύει το ποιητικό του έργο σε μια σειρά ιστολογίων υπό το γενικό τίτλο Σημύδες:
              Αν και “θέσει ακίνητος” συχνά κλείνει κάποια από αυτή τη σειρά ιστολογίων με αποτέλεσμα να είναι πρακτικά αδύνατη μια γενική εποπτεία της μέχρι τώρα δουλειάς του , ενώ τα πλέον πρόσφατα ποιήματά του συνήθως δημοσιεύονται στο :
              Το γεγονός ότι ο χαλκέντερος Γιώργος Μίχος ( ψευδώνυμο και αυτό ) δημοσίευσε από τις εκδόσεις ΕΝΔΥΜΙΩΝ μια συλλογή ποιημάτων του Σωκράτη Ξένου με τίτλο ΣΗΜΥΔΕΣ :
              ...δεν καταστρατηγεί το γεγονός ότι ο Σ.Ξ. είναι κατά βάση ποιητής του διαδικτύου ( παραμένοντας πάντα και κυρίως ΠΟΙΗΤΗΣ , πέραν κάθε άλλης απόπειρας κατηγοριοποίησης )
              Οι λογοτεχνικές και ποιητικές μου γνώσεις, περιορισμένες και μη συστηματικές δεν μου επιτρέπουν μια comme il faut κριτική προσέγγιση στη δουλειά του. Παρ’ όλα αυτά θα επιχειρήσω με λίγες προτάσεις να περιγράψω τα βασικά χαρακτηριστικά της ποιήσης του ΣΞ όπως τουλάχιστον εγώ τα αισθάνομαι. Ας διαβάσουμε ακόμα ένα του ποιήμα :
              Καταφυγή
              Μη με κοιτάς με πρωτοσέλιδα
              κι αναρτημένες προσμονές
              εγώ ποτέ μου δε σχολίασα υπόγειο χαμόγελο
              και τελευταία αποφεύγω να διαβάζω φωναχτά
              το υλικό των ημερών
              μετέφερα το σώμα της ανάγκης
              στα κρεβάτια των κισσών κι οι σπουργίτες
              ανέλαβαν των αηδονιών τη συναυλία
              ψύχρανε εντός βροχή μου
              κι οι στέγες κλαίνε κατηφόρα
              ρίξε κάτι πάνω σου μην κρυώσεις
              που σε έχω και σένα στο νου μου
              ( από τις Σημύδες )

              Το καλειδοσκόπιο των εικόνων που χρησιμοποιεί και από τις οποίες εμπνέεται ή εκκινεί προέρχονται είτε από τη φύση είτε από μικροπράγματα είτε τέλος από ειδικά χαρακτηριστικά προσώπων – σωμάτων. Μικρογραφίες και αθύρματα , εκφράσεις χειλέων ή οφθαλμών φευγαλέες ,  το στιγμιαίο και ασήμαντο που ανάγεται σε εφαλτήριο για απογείωση ή κατακρημνισμό.
              Η εντομολογική του επιμονή στο πεπερασμένο και το απειροελάχιστο κατακτά υποδορίως το προνόμιο του γενικού , της συλλογικότητας δηλαδή των εκπεμπομένων . Μέσω της ηθελημένης άφεσης στο επιμέρους , της ελάχιστης χρήσης του χρόνου ως ροή και συνέχεια απεκδύεται πάσης ιστορικότητας και εκτίθεται στο εκάστοτε αμείλικτο παρόν . Αντίθετα αναλαμβάνει έτσι μια πολύ βαρύτερη ευθύνη , πρώτα απέναντι στον εαυτό του και μετέπειτα απέναντι στον αναγνώστη. Την ευθύνη μιας ειλικρίνειας ως προς τη πληγή και την επούλωση ( που μόνιμα εκκρεμεί ) και υποκρύπτει αλλά δεν αναιρεί τη βαθύτερη πολιτική και κοινωνική φύση της ποίησης του.
              Όπως διαπιστώνει κανείς δεν υπάρχει σαφής θεματικός άξονας στη ποίηση του ΣΞ. Ο ποιητής αναδιατάσσει συνεχώς αντικείμενα , θρυμματίζει και αναδημιουργεί εικόνες σε μια , εκ πρώτης όψεως , αυξητική της εντροπίας τάση που τείνει στο χάος. Στα θεμέλια όμως στέκεται η αναζήτηση για μια άλλη , πολύ πιό αυστηρή τάξη , για μια άλλη πολύ βαθύτερη σύλληψη των πραγμάτων.

              Ο ΣΞ κατάγεται από τη πεδιάδα του Έβρου και κατοικεί , μετά από μακρόχρονη παραμονή στη Γερμανία , στη Θράκη. Είναι σαφής σε μένα η καταγωγή της ποιητικής του φωνής , καταγωγή όχι λογοτεχνικής συγγένειας αλλά έγγειας ιδιοκτησίας . Μια βιο – χημική επιστασία του γόνιμου κάμπου , του μεγάλου ποταμού , των δασών και του πελάγους οδηγεί τα ποιητικά του βήματα. Πίσω από τη χαμηλών τόνων φωνή του , από τις επιδράσεις που δέχτηκε από την ελληνική και τη παγκόσμια
              ( ειδικά τη γερμανική ) ποίηση ουρλιάζει η γκάϊντα και πάλλεται ο ζουρνάς.
              Ένα δείγμα ακόμα από τη δουλειά του :

              ( από το blog του : ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΞΕΝΟΣ )

              Φίλοι  διαβάστε την ποίηση του Σωκράτη Ξένου, περιηγηθείτε στο ιδιόλεκτο του σύμπαντός του και προπάντων αφεθείτε στην αφοπλιστική του αγωγή , ρυθμική και συναισθηματική.

                                 

                "μοιρολόι (ποιητές)"



                αναγνώστης ο ηθοποιός
                Αντώνης Μομπαϊτζής
                 
                 

                  "υποτροπιάζον ηλιοτρόπιο"

                  αναγνώστης ο ηθοποιός και ραδιοφωνικός παραγωγός
                  Νίκος Αϊβαλής
                  (από την εκπομπή του  Τρίτου Προγράμματος
                  "απ΄την ψυχή ως την ψυχή")
                   
                   
                   

                                     

                    "Η ενδέκατη σημύδα"

                                       

                      Χούφτες χιόνια ζεστά



                      Χούφτες χιόνια ζεστά

                      των χειλιών σου τα φρούτα
                      των αιμάτων οι ώριμοι κόμποι
                      το μαχαίρι που νεύει
                      είσαι εδώ πάλι εσύ
                      στις παλιές σου απέραντες κτήσεις
                      το απόγειο ποτάμι
                      που απ’ τους ώμους να τρώει ξεκινά
                      τις κορφές να ιδρώνει
                      με την άχνη τη μέντα
                      με του ανέμου το βάρος
                      πλαταγίζεις καπνούς
                      μια φωτιά ανυπάκουη γεύση
                      ο λαιμός που τη φλέβα εκδίδει
                      σε αγχωμένη παλάμη
                      το ’να δάχτυλο χτίζει το ναι
                      τ΄ άλλο λιώνει την κάμπια τού όχι
                      σ’ αγαπώ σ’ αγαπώ
                      με όποιον κόντρα καιρό
                      χαραγμένο σε λάμα ταξίδι


                                         

                        "γραφές"








                        Πουλί των κεραυνών
                        τι να σου σφυρίξω εγώ
                        το ράμφος της φοβίας
                        θα σου μιλήσω
                        με των βροχών τα νήματα
                        και μια ζεστή φωνή
                        άλλα μολύβια γιατρικά δεν έχω
                        βάζε εσύ κάπου κάπου
                        τελεία εκεί που δακρύζουνε οι λέξεις
                        να προστατέψουμε την καρδιά μας
                        και πες για τις γραφές
                        αν δεν πέσεις φύλλο κίτρινο
                        απ` του αέρα το κλαδί στο χώμα
                        δε διασχίζεις φθινόπωρα